Εικόνες σελίδας
PDF
Ηλεκτρ. έκδοση

τῶν ἀνθρώπων χρεωσοῦμεν νὰ προσευχώμεθα. — ΕΠΙΓΝΩΣΙΝ ΑΛΗΘΕΙΑΣ. Τοῦτο διαφέρει ἡ ἐπίγνωσις τῆς Γνώσεως, ὅτι ἡ μὲν Γνῶσις σημαίνει τὴν ἁπλῆν γνώρισιν τινὸς πράγματος· ἡ δὲ ἐπίγνωσις τὴν ἀκριβῆ καὶ μετ ̓ ἐρεύνης ἀποκτηθεῖσαν γνώρισιν· « Επίγνωσις, ἡ μετὰ τὴν πρώτην γνῶσιν » τοῦ πράγματος κατὰ δύναμιν παντελής κατανόησις » (1). Η δὲ Ἀλήθεια εἶναι πολυσήμαντος λέξις εἰς τὴν Νέαν διαθήκην. Εδώ, ὡς κατωτέρω (2), σημαίνει την χρισιανικὴν πίςιν, ὡς μόνην ἀληθινήν. Αλλοῦ τὴν ἐμεταχειρίσθη εἰς σημασίαν τῆς δικαιοσύνης, λέγων, « Απειθοῦσι μὲν τῇ ἀληθείᾳ, » πειθομένοις δὲ τῇ ἀδικίᾳ θυμὸς καὶ ὀργὴ » (3), ὡς καὶ οἱ Εβδομήκοντα πολλάκις ἐμετάφρασαν τὸ ἑβραϊςί σημαῖνον ἀλήθειαν, διὰ τοῦ Δικαιοσύνη, καὶ ἀλλοῦ ἕνωσαν καὶ τὰς δύο, ὡς ὅταν λέγωσι περὶ τοῦ Ἰώβ, ὅτι ἦτον κ Άνθρωπος » ΑΛΗΘΙΝΟΣ, ἄμεμπτος, ΔΙΚΑΙΟΣ» (4). Καὶ εὐλόγως· διότι, ὡς ἡ ἀλήθεια, οὕτω καὶ ἡ δικαιοσύνη δὲν ἔχει χρείαν περιπλοκῶν καὶ σοφισμάτων·

Απλοῦς ὁ μῦθος τῆς ΑΛΗΘΕΙΑΣ ἔφυ,

Κοὐ ποικίλων δεῖ ΤΑΝΔΙΧ ̓ ἑρμηνευμάτων (5).

Καὶ πάλιν·

Ταῦτ ̓ αὖθ' ἔκαςα, μᾶτερ, οὐχὶ περιπλοκάς
Λόγων ἀθροίσας, εἶπον, ἀλλὰ καὶ σοφοῖς
Καὶ τοῖσι φαύλοις ΕΝΔΙΚΑ (6)

5. ΜΕΣΙΤΗΣ. ὁ αὐτὸς καὶ ὁ ἀλλοῦ ὀνομασθείς, « Δια » θήκης καινῆς μεσίτης... εἰς ἀπολύτρωσιν τῶν ἐπὶ τῇ πρώτη » διαθήκη παραβάσεων » (7). Μεσίτης λέγεται, ὡς διαλλάξας

(1) Ζωναρ. Λεξικ. σελ. 800.

(2) Α', Προς Τιμόθ. ς, 5, Β',

πρὸς τὸν αὐτ. β', 18. — (3) Προς Ρωμ. β', 8.

[blocks in formation]

(4) Ιώβ, α ́, (6) ὁ αὐτ. αὐτόθ.

[ocr errors]

.

καὶ φιλιώσας τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὸν Θεὸν, ὡς καταλύσας τὴν ἔχθραν. « Μεσίτης, ὁ εἰρηνοποιὸς » ἐξηγεῖται ἀπὸ τὸν Σουίδαν.

6. ΑΝΤΙΛΥΤΡΟΝ. « Αντίλυτρον, ἀντίδοτον » λέγει ὁ Ησύχιος, ἤγουν ἡ διδομένη τιμή (rançon) εἰς ἀπολύτρω σιν (1) αἰχμαλώτου ἢ δούλου. ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ ΚΑΙ ΡΟΪΣ ΙΔΙΟΙΣ, μὲ διάφορον γραφὴν ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ, κ. τ. λ. Δὲν φαίνεται καθαρὰ ἡ συνέπεια τοῦ λεγομένου μὲ τὰ προλεγόμενα. Τινὲς τὸ ἐξήγησαν ὡς ἐλλειπτικὸν προθέσεως « Εἰς τὸ «< μαρτύριον » ἀλλὰ τότε ἔπρεπε νὰ λείπῃ τὸ ἄρθρον, κατὰ τὸ ἀλλοῦ λεγόμενον, « Εἰς μαρτύριον αὐτοῖς καὶ τοῖς ἔθνε » σιν » (2), ἤγουν εἰς ἀπόδειξιν καὶ πίσωσιν· ἀπὸ τὸ Μάρ τυς ἡ Μάρτυρ. Οἱ πατέρες τῆς ἐκκλησίας Μαρτύριον ἐνόησαν ἐδῶ αὐτὸ τοῦ Χριςοῦ τὸ πάθος καὶ τὸν θάνατον, κινηθέντες ἀπὸ τὸ προηγούμενον Αντίλυτρον, οἷον ὁ Θεοφύλακτος· « Τὸ Μαρτύριον, τουτέςι διὰ τοῦ μαρτυρίου ἐγένετο » ὁ υἱὸς ἀντίλυτρον ὃ ἐφερμηνεύων, τοῦτό φησι νῦν, ὅτι » ἀντίλυτρον τὸ μαρτύριον λέγει, τουτέςι τὸ πάθος » (3). Τὰ αὐτὰ σχεδόν λέγει καὶ ὁ Θεοδώρητος. Μὲ ἀρέσκει πλέον ἡ γνώμη τῶν ἐξηγούντων τὸ Μαρτύριον αὐτὸ τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου, τὸν νέον νόμον καὶ τὴν νέαν διδαχὴν τοῦ Χριςοῦ, ὡς ἐμεταχειρίσθη τὴν λέξιν καὶ ἀλλοῦ ὁ Απόςολος « Μαρτύ » ριον τὸ κήρυγμα παρὰ τῷ Αποςόλῳ· καθὼς Τὸ μαρτύ » ριον τοῦ Χριςοῦ ἐβεβαιώθη ἐν ὑμῖν» (4). Και τοῦτο κατ ̓ ἑβραϊσμὸν, ἐπειδὴ ἡ λέξις ἡ σημαίνουσα ἑβραϊστί μαρτύριον (témoignage) σημαίνει πολλάκις, καὶ αὐτὸν τὸν νόμον, αὐτὰς τοῦ Θεοῦ τὰς ἐντολάς· ἡ τόσον συχνὰ λεγομένη

(1) Προς Εβρ. 9', 15.2) Ματθ. ι', 18.(3) SUICER. The saur. eccles. tom. II, pag. 318- - (4) Ζωναρ. Λεξικ. σελ. 1335.

« Σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου » εἶναι ἡ Σκηνὴ τοῦ νόμου. Συχνὰ καὶ ὁ Δαυΐδ Μαρτύρια ὀνομάζει τὰς ἐντολάς· « ὅτι τὰ μαρτύριά » σου μελέτη μου ἐςίν » (1). Βεβαιόνουν ἀκόμη τὴν ἐξήγησιν καὶ τὰ ἀκόλουθα « Εἰς ὃ ἐτέθην, κ. τ. λ. » - ΚΑΙΡΟΣ ΙΔΙΟΙΣ « Τοῖς προσήκουσιν » ὡς τὸ ἐξηγεῖ ὁ Χρυσόσομος, ἤγουν εἰς τοὺς πρέποντας καὶ ὡρισμένους καιροὺς, » πατὴρ ἔθετο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ » (2).

« Οὓς ὁ

7. ΚΗΡΥΞ. Κατὰ τὸν Ησύχιον « Κήρυξ, ἄγγελος, δι » άκονος, πρεσβευτής. » ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ. Η πρόθεσις ἐδῶ εἶναι ὀμωτικὴ, ὡς καὶ νὰ ἔλεγε Μάρτυς μου ὁ Χριςός. ΟΥ ΨΕΥΔΟΜΑΙ. Περιττὸν φαίνεται ἐδῶ τὸ Οὐ ψεύδομαι, ἀφοῦ εἶπεν Αλήθειαν λέγω. Αλλ' ἡ τοιαύτη παλιλλογία εἶναι ἑβραϊσμὸς, ἢ μᾶλλον κοινὸς ὅλων τῶν ἀνθρώπων ἀρχαϊ σμὸς, ἐπειδὴ εὑρίσκεται συχνὰ εἰς τὸν Όμηρον· «Εοικέ τοι, οὔτοι » ἀεικὲς » (3) εἰς τὸν Ηρόδοτον, καὶ ἄλλους πολλοὺς παλαιούς. -ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΕΘΝΩΝ. Διδάσκαλοι κατ' ἐξοχὴν ὠνομά ζοντο οἱ διδάσκοντες καὶ κηρύσσοντες τὸ εὐαγγέλιον· ὅθεν ἔμεινε καὶ εἰς τὴν κοινὴν γλῶσσαν ἡ συνήθεια νὰ ὀνομάζωμεν τοὺς ἱερω μένους Διδασκάλους. ἔθνη ὀνομάζει τοὺς Εἰδωλολάτρας (4), ὡς τοὺς ὠνόμαζαν καὶ οἱ Δυτικοί χριςιανοὶ μὲ ῥωμαϊκὴν ταυ τόσημον λέξιν gentes (gentils, payens) εἰς διάκρισιν τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι ἐλέγοντο Εκλεκτοὶ καὶ Περιούσιος τοῦ Θεοῦ λαός. Διδάσκαλος ἐθνῶν δὲ κατ' ἐξοχὴν ὁ Παῦλος, διότι καὶ ἐξαιρέτως εἰς τοὺς ἐθνικοὺς ἐδιωρίσθη νὰ κηρύξη (5), μέλλοντας καὶ αὐτοὺς νὰ καταςαθῶσιν Εκλεκτοὶ καὶ νέος Περιούσιος λαὸς ἀντὶ τῶν Ἰουδαίων.

(1) Ψαλμ. ριθ', 99. — (2) Πράξ. α, 7. (3) Ιλιάδ. ί, 7ο.— (4) Ιδ. τὸν εἰς τὸν ΙΙ, τόμ. τῶν Ατάκ. Διάλογ. σελ. λή. (5) Ιδ. Πράξ. 9', 15. κβ', 21.

8. ΕΝ ΠΑΝΤΙ Τόπο. Εἰς πάντα τόπον ὅπου συνήθως συνέρχονται εἰς προσευχὴν, εἰς πάντα ναὸν, ἢ πᾶσαν ἐκκλησίαν, ὅπου εὑρεθῶσι. Τοῦτο σημαίνει εἰς τὴν Νέαν Διαθήκην πολλάκις ὁ Τόπος· κατ ̓ ἑβραϊσμόν. Οὕτως ὠνόμαζαν Τόπον τὸν ναὸν τοῦ Σολομῶντος· « Εν Ιεροσολύμοις ἐςὶν ὁ τόπος, ὅπου » δεῖ προσκυνεῖν » (1), ὅσις καὶ ΑΓΙΟΣ ΤΟΠΟΣ (2) ἐλέγετο, καὶ « Τόπος σκηνώματος τῆς δόξης Θεοῦ » (3). ΕΠΑΙΡΟΝΤΑΣ. Σχῆμα σύνηθες εἰς τοὺς θερμῶς προσευχομένους, νὰ ὑψόνωσι τὰς χεῖρας εἰς τὸν οὐρανὸν « Επαίρων, » κουφίζων, ὑψῶν » λέγει ὁ Ησύχιος.—ΧΕΪΡΑΣ ΟΣΙΟΥΣ. Χεῖρας καθαράς. Αἱ χεῖρες ἐδῶ μετωνυμικῶς σημαίνουν ὅλα τὰ διὰ χειρὸς γινόμενα ἔργα, ἀκολούθως καὶ διὰ τοῦ λοιποῦ σώ ματος, τοῦ ὁποίου ἐξαίρετον ὄργανον ποιήσεως καὶ ἐργασίας εἶναι ἡ χείρ. Αλλ' ἐπειδὴ πάσης ἐργασίας ἢ πράξεως προηγεῖται ἡ θέλησις τῆς ψυχῆς, χεῖρες καθαραὶ σημαίνουν καὶ αὐτοὺς τοὺς λογισμοὺς καὶ τὰ πάθη. Εἰς ταύτην τὴν σημασίαν ἐλέχθη το

Βασιλεὺς χειρὶ καὶ βουλαῖς ἄριςος (4).

Οταν ὁ Σολομὼν λέγη « Αγαπᾷ Κύριος ὁσίας καρδίας » (5), νοεῖ καὶ τὰς βουλὰς καὶ τὰς πράξεις τὰς ἀνθρωπίνας. ΧΩΡΙΣ ΟΡΓΗΣ. Χωρὶς σφοδρὰς ἐπιθυμίας καὶ πάθη ψυχικά. ὀργὴ σημαίνει γενικῶς ὅλα τὰ σφοδρὰ πάθη τῆς ψυχῆς, ἀπὸ τὸ Οργῶ. « Οργᾷ, ἐπιτεταμένως ἐπιθυμεῖ » λέγει ὁ Ησύχιος. Εκ τούτων εἶναι ὁ θυμός (colère), ὁ ἰδιαιτέρως ὀνομαζό μενος ὀργὴ, ἤγουν ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐκδικήσεως, ἀπὸ τὴν ὁποίαν οἱ προσευχόμενοι μάλιςα, ἢ προσφέροντες τὶ εἰς τὸν Θεὸν

(1) Ιωάνν. δ', 20. — (3) Ψαλμ. κέ, 8.

Παροιμ. κβ', 11.

(2) Ματθ. κδ', 15, καὶ Ησαίου ξ, 13.

(4) Πίνδαρ. Νεμ. VIII, 13. — (5)

χρεωςοῦν νὰ κρατῶσι καθαρὰν τὴν ψυχήν,

[ocr errors]
[ocr errors]

Αφες ἐκεῖ τὸ » δῶρόν σου ἔμπροσθεν τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ὕπαγε, πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου, καὶ τότε ἐλθὼν πρόσφερε τὸ » δῶρόν σου » (1). — ΚΑΙ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΥ. Καὶ χωρὶς κανένα διςαγμὸν ἢ ἀμφιβολίαν, ὡς τὸ ἐξήγησεν ὁ Θεοδώρητος, « Χωρίς διαλογισμοῦ, ἀντὶ τοῦ ἀμφιβολίας χωρίς πιςεύων » ὅτι λήψη πάντως ὅπερ αἰτεῖς » συμφώνως μὲ τοὺς λοιποὺς πατέρας τῆς ἐκκλησίας (2), καὶ ὡς τὸ μαρτυρεῖ ἄλλος Από στολος λέγων, « Αἰτείτω δὲ ἐν πίσει μηδὲν διακρινόμενος » (3). 9. ΕΝ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΚΟΣΜΙΩ. Μὲ ἔνδυμα σεμνὸν, « Καὶ αὐτῇ τῇ περιβολῇ μηνυούσῃ τὴν τῶν ψυχῶν σεμνότητα ὡς λέγει ὁ Θεοδώρητος (4). Κατασέλλει, περικαλύπτει » καὶ « Καταζολήν, περιβολὴν » λέγει ὁ Ησύχιος, καὶ πάλιν,

«

[ocr errors]

Εν κόσμῳ, ἐν σεμνότητι » ὁ αὐτός. Η Καταστολή, ὡς ἡ Περιβολή, ὅθεν καὶ τὸ Περιβόλαιον (surtout), εἶναι ἔνδυμα ή φόρεμα, καὶ φόρεμα φαρδύ, ὡς τὸ σημαίνουν καὶ αἱ προθέσεις (Κατὰ καὶ Περί), καὶ τὸ ἐπίθετον Κοσμίῳ, ὥςε νὰ μὴ φαίνεται κανὲν μέρος τοῦ σώματος, μηδὲ νὰ δίδῃ λαβὴν κατηγορίας ἡ ὑποψίας, « Κοσμίους, ἀνεπιλήπτους » κατὰ τὸν Ησύχιον, ἀπὸ τὸ Κόσμος, τὸ σημαῖνον καὶ τάξιν καὶ κάλλος, κατὰ τὸν αὐτόν. ὅθεν ὠνομάσθη Κόσμος, ἀπὸ πρῶτον τὸν Πυθαγόραν, καὶ τὸ σύτημα τοῦ παντὸς (5), ὡς καὶ ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους mundus (monde), διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν, καθὼς λέγει ὁ Πλίνιος : Quem Κόσμον Græci nomine ornamenti, adpellavere, eum nos, a perfecta abso

(1) Ματθ. έ, 24. ιδ. καὶ κατωτέρ. σελ. 109. — (2) Παρὰ τῷ SUICER. Thesaur. ecclesiast. tom. I, pag. 879. = (3) Ιακώβ.

ά, 6. ·(4) SUICER. Thes. eccles., tom. II, pag. 65.(5) Διογέν. Λαέρτ. VIII, 48, μὲ τὰς σημ. τοῦ Μεναγίου σελ. 577.

« ΠροηγούμενηΣυνέχεια »