Εικόνες σελίδας
PDF
Ηλεκτρ. έκδοση

νημάτων· δεύτερον, ὅτι τὸ πῦρ καὶ τὸν σίδημον, τὴν καῦσιν καὶ κόψιν, πρέπει νὰ τὰ νοῇ μεταφορικῶς, καὶ ὄχι φυσικῶς καὶ κυ ρίως, ὡς τὰ ἐνόησαν καὶ τὰ ἔπραξαν τοπαλαιὸν πολλοί χρισιανοί, σφάζοντες ἢ καίοντες τοὺς ἑτεροδόξους, καὶ ὡς τὰ ἔπρασσεν ὄχι πρὸ πολλοῦ ἡ ἱερὰ ἐξέτασις τῶν Δυτικῶν, τὴν ὁποίαν σπουδά ζουν νὰ ἀναςήσωσι σήμερον, ἂν ἦναι δυνατόν, οἱ Ἰησοῦῖται. Οἱ φονικοὶ οὗτοι καὶ ἀπάνθρωποι διωγμοί ηὔξησαν, δὲν ἔσβεσαν τὰς δογματικὰς αἱρέσεις (1). Απ' αὐτὰς σώζονται ἀκόμη πολύ λαὶ, κ ̓ ἐγεννήθησαν ἄλλαι πλειότεραι· « Δεῖ γὰρ καὶ αἱρέσεις » ἐν ὑμῖν εἶναι, ἵνα οἱ δόκιμοι φανεροί γένωνται ἐν ὑμῖν » (2). « Τοὺς μὲν γὰρ τὰ σώματα νοσοῦντας, δήσαντάς ἐςιν ἰάσα» σθαι· δόξαν δὲ περὶ Θεοῦ οὐκ ἀληθῆ, τέμνων, καίων, οὐκ » ἂν ἐκβάλοις » (3). Τοὺς τοιούτους αἱρετικοὺς ἀρκεῖ νὰ μὴ τοὺς δέχεσαι εἰς τὴν ἐκκλησίαν κοινωνοὺς τῶν μυςηρίων σου. Εἶναι ὅμως ἄλλαι αἱρέσεις ἠθικαί, διδασκόμεναι ἀπὸ λαοπλά νους, ἱκανοὶ νὰ ἀπολέσωσι καὶ τὴν πολιτείαν. Μᾶς ἐδίδαξεν ὁ Παῦλος (4) τῶν λαοπλάνων τούτων τὰ γνωρίσματα, εἰς τὰ ὁποῖα πρόσθες καὶ τὴν μαρτυρίαν τοῦ Πέτρου· « Ως καὶ ἐν ὑμῖν » ἔσονται ψευδοδιδάσκαλοι, οἵτινες παρεισάξουσιν αἱρέσεις » ἀπωλείας... καὶ ἐν πλεονεξία πλαςοῖς λόγοις ὑμᾶς ἐμπο » ρεύσονται, κ. τ. λ. » (5), Τούτους χρεωσεῖς νὰ κολάζης Αποτόμως, ήγουν νὰ τοὺς ἀπομακρύνης καὶ μὲ βίαν ἀπὸ τὴν ποίμνην σου, ἐὰν ἀναισχύντως σοῦ βιάζωσι τὴν ποίμνην, ἁρπάζοντες προσηλύτους διὰ νὰ τοὺς καταςήσωσιν Υἱοὺς γεέννης διπλοτέρους ἑαυτῶν (6)· ὡς ἐκόλασαν, πρό σχε

(1) ἶδε ἀνωτέρ. σελ. 206 και 325.

(2) Α', Προς Κορινθ. ιά, 19. = (3) Λιβάν. παρὰ τῷ FABRIC. Bibliothec. Græc. VII, pag. 284. — (4) Ανωτέρ. σελ. 135-136. — (5) Β', Πέτρ. β', 1-3. — (6) Ιδε Α', Προς Τιμόθ. ά, 3-η καὶ Β', Προς Τιμόθ.γ',2-6.

δὸν ἑβδομήκοντα ἐτῶν, οἱ δυτικοὶ ἡγεμόνες τοὺς ̓Ιησουΐτας, καταργήσαντες αὐτῶν τὸ τάγμα, χωρὶς νὰ φονεύσωσι κανέν ἀπ' αὐτοὺς, μ ̓ ὅλον ὅτι ἀπὸ τὴν διδασκαλίαν αὐτῶν ἐγεννήθησαν πολλοί φονεῖς. Ι͂ΝΑ ΥΓΙΑΙΝΩΣΙΝ ΕΝ ΤΗ ΠΙΣΤΕΙ. Μεταφορικῶς ἀπὸ τῆς σωματικῆς ὑγείας, ὑγιαίνει κατὰ τὴν πίςιν, ὅςις ἔχει δόγματα περὶ Θεοῦ ὀρθὰ, καὶ πράσσει ἔργα σύμφωνα μὲ τὰ δόγματά του. Επαγγέλλεται τίς ὅτι πιςεύει τὸ εὐαγγέλιον, ἔπειτα ἐργάζεται ὅσα ἐμποδίζει ῥητῶς τὸ εὐαγ γέλιον· ἀντὶ νὰ ἀγαπᾷ τοὺς ὁμοίους του ὡς ἑαυτὸν, τοὺς ἀδικεῖ, τοὺς καταφρονεῖ καὶ τοὺς ἀτιμάζει, χωριζόμενος ἀπ ̓ ἐκείνους μὲ τίτλους εὐγενείας, μὲ πάσης λογῆς σφετερισμούς τῶν κοινῶν δικαίων. Ο τοιοῦτος δὲν ὑγιαίνει τὴν πίςιν, ἀλλ ̓ ἀῤῥωςεῖ ἀῤῥωσίαν θανάσιμον.

14. ΙΟΥΔΑΪΚΟΙΣ ΜΥΘΟΙΣ. Τοὺς ὁποίους ἐμνημόνευσε καὶ ἀλλοῦ (1), καὶ ὠνόμασε « Βεβήλους και γραώδεις » μύθους >> (2). Ιουδαϊκοὺς τοὺς ὀνομάζει ἐδῶ εἰς διάκρισιν τῶν ἀπὸ τοὺς ἐθνικούς (Έλληνας ή Ρωμαίους) σπειρομένων μύθων. Διότι, ὡς πολλοὶ τῶν ἀπὸ Ἰουδαίους ἐρχομένων εἰς τὸν χρισιανισμὸν, δὲν ἔπαυαν νὰ σέβωνται καὶ νὰ διδάσκωσι τοὺς μύθους τῶν Φαρισαίων, παρόμοια καὶ οἱ ἀπὸ τοὺς ἐθνικούς ἐρχόμενοι δὲν ἐκαθαρίζοντο ὅλοι πάραυτα ἀπὸ τὰς προλήψεις τῆς πολυθεΐας, οὐδ ̓ ἐλησμονοῦσαν εὔκολα τοὺς περὶ θεῶν μύθους. Αλλ' οἱ μῦθοι τούτων δὲν ἦσαν τόσον ἐπικίνδυνοι, ὅσον οἱ ἰουδαϊκοί· διὰ τοῦτο καὶ ὁ Απόςολος, ἐλέγχων τοὺς φρε ναπάτας, ἐπρόσθεσε τὸ « Μάλιςα οἱ ἐκ περιτομῆς » (3). ὁ Ó ἐθνικὸς δύσκολα ἐδύνατο νὰ πλανήσῃ μὲ τοὺς μύθους τῆς πολυθείας, τοὺς ὁποίους οὐδ ̓ αὐτὸς εὐκολοπίστευεν. Αλλ' ὁ Ιου

(1) Α', Προς Τιμόνια, 4, σελ. 15. — (2) Αὐτόθ. δ', 7, σελ. 154. (3) Ανωτέρ. σελ. 343.

δαῖος ἐρχόμενος εἰς τὸν χρισιανισμὸν μὲ τὴν περὶ ἑνὸς Θεοῦ ὀρθὴν πίςιν, ἐμποροῦσε μὲ σοφίσματα νὰ δείξῃ ἀκόμη ἀναγκαίους τοὺς Μωσαϊκούς νόμους, καὶ τὸ χειρότερον, νὰ προσκολλήσῃ εἰς αὐτ τοὺς καὶ τῶν Φαρισαίων τὰς ἐντολάς. — ΕΝΤΟΛΑΣ ΑΝΘΡΩΠΩΝ. Διότι ἦσαν ἀληθῶς ὄχι παραγγέλματα τοῦ νόμου, ἀλλὰ τῶν Φαρισαίων διδασκαλίαι, περὶ τῶν ὁποίων τοὺς ἐλέγχει καὶ αὐτὸς ὁ Χρισός « Μάτην δὲ σέβονταί με, διδάσκοντες » διδασκαλίας ἐντάλματα ἀνθρώπων » (1). — ΑΠΟΣΤΡΕ ΦΟΜΕΝΩΝ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑΝ. Ωςε μηδὲ νὰ ὑποφέρωσι νὰ τὴν ἀκούωσιν, ὡς ἔλεγε πρὸς τὸν Τιμόθεον (2).

[ocr errors]

15. ΠΑΝΤΑ ΜΕΝ ΚΑΘΑΡΑ ΤΟΪΣ ΚΑΘΑΡΟΣ. Ο λόγος εἶναι περὶ βρωμάτων, περὶ τῶν ὁποίων καὶ ἤλεγξεν ἀλλοῦ· τοὺς διδάσκοντας τὴν ἀποχὴν αὐτῶν, ὡς διδασκά

λους δαιμονίων (3). ΜΕΜΙΑΝΤΑΙ... ΣΥΝΕΙΔΗΣΙΣ. Τὸ ΜΙΑΙΝΩ εἰς τὸν Όμηρον σημαίνει, χρίω, ἀλείφω, βάπτω,

Ως δ ̓ ὅτε τίς τ ̓ ἐλέφαντα γυνὴ φοίνικι μιήνη (4)

ὅθεν καὶ « Μίασμα, βαφὴ » κατὰ τὸν Φώτιον. Καὶ ἐπειδὴ τὰ βαμμένα, ἡ ἀλειμένα, ψεύδονται τρόπον τινὰ τὸ ἀληθινὸν αὑτῶν φυσικὸν χρῶμα, ἐκατήντησεν ἡ λέξις νὰ σημαίνῃ τὸ Μολύνω, ἤγουν μεταβάλλω τὸ καθαρὸν εἰς ἀκάθαρτον, τὸ ῥυπαίνω (polluer, souiller). Τοιαύτην τινὰ σημασίαν δείχνει καὶ τῆς κοινῆς γλώσσης τὸ Πασαλείφω, ἐπειδὴ Πασαλειμμένον λέγομεν τὸν ἀλειμμένον ἀπὸ ῥυπαρὸν τί ἡ κἂν ἀποςρόφιμον. Μεταφορικώς « Μεμιασμένους τὸν νοῦν καὶ τὴν συνείδησιν ὀνομάζει ὁ Απόςολος τοὺς ὁποίους ἀλλοῦ ὠνόμασε Μεμο

(1) Ματθ. ιέ, 9. — (2) Β', Προς Τιμόθ. δ, 4, σελ. 315. (5) Α', Προς Τιμόθ. δ', 2-3, σελ. 136. ==(4) Ιλιάδ. δ', 141.

ď,

λυσμένους την συνείδησιν (1). ή Κεκαυτήριασμένους την συνείδησιν (2), και Κατεφθαρμένους τὸν νοῦν (3), ὡς ὠνόμασε μὲ ἀνάλογον μεταφορὰν καὶ Καθαρὰν συνείδησιν (4), τὴν ἀμίαντον καὶ ἀμόλυντον, ἢ τὴν Αγαθήν συνείδησιν (5).

16. ΘΕΟΝ ὁΜΟΛΟΓΟΥ͂ΣΙ, κ. τ. λ. Γνωςὸν εἶναι τί σημαίνει τὸ ὁμολογῶ (6). Αλλ' ἐδῶ τὸ ὁμολογοῦσιν ἐξηγεῖται ἀπὸ τὸν Θεοδώρητον « ἰσχυρίζονται » (7), ἤγουν σπου δάζουν ν ̓ ἀποδείξωσιν εἰς τοὺς ἄλλους τὴν ἰδίαν θεογνωσίαν μὲ τόσην ἀναίδειαν, ὥςε νὰ φαίνωνται, ὅτι αὐτοὶ μόνοι ἀλη θῶς γνωρίζουν τὸν Θεόν. Τοὺς τοιούτους ἐπαρωμοίασεν ἀλλοῦ μὲ τοὺς σκηνικούς (histrions), οἱ ὁποῖοι καλυμέ μένοι μὲ προσωπεῖον, παίζουν εἰς τὸ θέατρον ὑποκρινό μενοι ἄλλοτ ̓ ἄλλο πρόσωπον, πάντοτ ̓ ἀνόμοιον, καὶ πολλάκις ἐναντίον τῆς ἰδίας των προσωπικῆς καταςάσεως, « ἔχοντες » μόρφωσιν εὐσεβείας, τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι » (8), μόρφωσιν λέγων τὸ προσωπεῖον. Διὰ τὴν τοιαύτην μόρ φωσιν τοὺς ὠνόμασε καὶ ὁ Ἰγνάτιος διὰ μιᾶς λέξεως Μόρ φωνας « Τί με καλεῖτε, Κύριε Κύριε, καὶ οὐ ποιεῖτε » ἃ λέγω ; οἱ γὰρ τοιοῦτοι οὐκ εὐσυνείδητοι, ἀλλ ̓ εἴρωνές τινές « καὶ ΜΟΡΦΩΝΕΣ εἶναί μοι φαίνονται » (9). Αλλοῦ τοὺς ὀνομάζει « Θῶας, ἀλωποὺς, ἀνθρωπομίμους πιθήκους » (10). ΒΔΕΛΥΚΤΟί. ἄξιοι νὰ τοὺς ἀποςρέφεται πᾶς ἕνας καὶ νὰ τοὺς φεύγῃ, ὡς φεύγει καὶ τὰ Βδελυρά ή Βδελυκτά

(1) Α', Πρὸς Κορινθ. ή, 7.= (2) Α', Προς Τιμόθ, δ', 2.= (3) Β', Προς Τιμόθ. γ', 8, σελ. 301. — (4) Α', Προς Τιμόθ. γ', 9, σελ. 127. = (5) Αὐτόθ. α', 5, σελ. 79. = (6) ίδ. άνωτέρ. σελ. 132-1337) SUICER. Thesaur. ecclesiast. tom. II, pag. 477. (8) Β', Προς Τιμόθ. γ', 5. = (9) Ιγνατ. Θεοφόρ. Επιςολ. πρὸς Μαγνησ. σελ. 26. — (10) ὁ αὐτ. ἐπιςολ. πρὸς Αντιοχ. σελ. 104.

[ocr errors]

(abominables), ήγουν τὰ βρωμερά. Απὸ τὸ Βδελύσσομαι (détester), τὸ ὁποῖον σημαίνει καὶ ἄλλα βρωμερώτερα, ὡς καὶ τὸ θεματικώτερον Βδέλλειν. Διὰ τοῦτο ἐμεταχειρίσθησαν οἱ συγγραφεῖς τῆς Νέας Διαθήκης, καὶ πολὺ συχνότερα οἱ Εβδο μήκοντα, καὶ τὸ ῥῆμα καὶ τὰ ῥηματικά μεταφορικῶς, σημαί νοντες τὴν ἀπὸ τὰς κακὰς πράξεις ἀποςροφήν. Κατὰ τὸν Χρυσόςομον, « Τὸ μισητὸν καὶ ἀποςροφῆς ἄξιον ἐν τῇ Γραφῇ λέγεται βδέλυγμα » (ι). Λέγει καὶ ὁ μέγας Βασίλειος, « Πᾶσα πρᾶξις ἡ παρὰ τὸν ὀρθὸν λόγον ἐνεργουμένη βδέ » λυγμά ἐσι τῷ Θεῷ » (2). Καὶ δικαίως, διότι ὅςις ἐκβαίνει τὸν ὀρθὸν λόγον μεταβαίνει εἰς τὴν τάξιν τῶν κτηνῶν, καὶ αἱ πράξεις του γίνονται κτηνώδεις. — ΑΠΕΙΘΕΙ͂Σ. Ανωτέρω (3) τὸ ἐπίθετον τοῦτο ἐσήμαινε τὴν εἰς τοὺς γονεῖς ἀπείθειαν· ἐδῶ γενικώτερον συνωνυμεῖ μὲ τὸ Ανυπότακτοι τῆς Πρώτης πρὸς Τιμόθεον (4), ἤγουν μὴ πειθόμενοι μήτ' εἰς θείους μήτ' εἰς ἀνθρωπίνους νόμους (rebelles).-ΠΡΟΣ ΠΑ͂Ν ΕΡΓΟΝ ΑΓΑΘΟΝ ΑΔΟΚΙΜΟΙ. Εξηγήθη πρότερον (5) ἡ λέξις Αδόκιμος, ὡς καὶ ἡ ἐναντία της Δόκιμος. Κατὰ τὴν αὐτὴν μεταφορὰν, Πρὸς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν ἀδόκιμοι λέγονται οἱ εἰς οὐδεμίαν πρᾶξιν ἀγαθὴν χρήσιμοι, ὡς οὐδὲ τὸ ἀδόκιμον ἀργύριον δύναται νὰ χρησιμεύσῃ εἰς τίποτε· « Αδό » κιμον, πονηρὸν, ἀπόβλητον, ἄχρησον » λέγει ὁ Ησύχιος.

ΚΕΦ. β', 2.

[ocr errors]

1. ΥΓΙΑΙΝΟΥΣΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ. Τὸν παραγγέλλει νὰ λαλῇ καὶ νὰ διδάσκῃ τὸν λαὸν ὅσα πρέπουν εἰς τὴν Υγιαίνουσαν

(1) SUICER. Thesaur. ecclesiast. tom. I, pag. 676.

(2) IDEM, ibid. — (3) Β', Προς (4) Α', Προς Τιμόθ. ά, 9, σελ. 83.

301.

[ocr errors]

Τιμόθ. γ', 2, σελ. 289.
(5) Ανωτέρ. σελ. 128, 262,

« ΠροηγούμενηΣυνέχεια »