Εικόνες σελίδας
PDF
Ηλεκτρ. έκδοση

νομιζομένη εὐτυχία μένει βεβαία· ἡ θεία δίκη τὸν μαςίζει ἀπροσδοκήτως, ἢ τὸν καταςένει μισητὸν εἰς τοὺς ὁμοίους του φανερόνων τὰς ἀδικίας του

Οὐδέποτ ̓ εὐτυχίαν

Κακοῦ ἀνδρὸς, ὑπέρφρονα τ ̓ ὄλβον
Βέβαιον εἰκάσαι χρεών,

Οὐδ ̓ ἀδίκων γενεάν· ὁ γὰρ οὐδενὸς
Εκφὺς χρόνος, δικαίους
Επάγων κανόνας, δείκνυσιν

Ανθρώπων κακότητας (1).

Ερώτησε τὸν κλέπτην τῶν δημοσίων, ἢ ἄλλης τινὸς ἀδικίας ἐργάτην, ἂν εὐτυχῇ ἀναγινώσκων τὰ ἐγκώμια του εἰς τὰς ἐφημερίδας, ἢ ἂν χαίρῃ νὰ τὸν δείχνωσι μὲ τὸ δάκτυλον οἱ συμπολῖταί του καὶ νὰ φεύγωσι τὴν μ' αὐτὸν ἀνατροφήν.

9. ΠΙΣΤΟΣ Ο ΛΟΓΟΣ. ὅ,τι εἶπε καὶ ἀνωτέρω (2). Διὰ τοῦτο πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἐξηγητὰς τὸ συνδέουν (ὡς ἐκεῖ) μὲ τὸ ἀκόλουθον ἐδάφιον « Εἰς τοῦτο γὰρ, κ. τ. λ. » Αλλ' ἐκεῖ ἡ » σύνδεσις ἦτο πρόδηλος, διὰ τὸ ἀμέσως ἐπιφερόμενον, ὅτι » Χρισὸς Ἰησοῦς, κ. τ. λ. ». Προκρίνω τὴν ἐξήγησιν ἐκείνων, ὅσοι τὸ συνάπτουν μὲ τὸ προηγούμενον ὄγδοον ἐδάφιον (3), διὰ νὰ ἦναι τὸ νόημα· Τὸ, ὅτι ἡ εὐσέβεια ὠφελεῖ καὶ εἰς τὴν παροῦσαν καὶ εἰς τὴν μέλλουσαν ζωήν, εἶναι λόγος ἄξιος νὰ πιςεύεται ἀπ ̓ ὅλους τοὺς χρισιανοὺς ἀδιςάκτως.

10. ΕΙΣ ΤΟΥ͂ΤΟ ΓΑΡ ΚΑΙ ΚΟΠΙΩΜΕΝ. Διὰ τὴν ἐλπίδα τῆς παρούσης καὶ τῆς μελλούσης εὐδαιμονίας ὑποφέρο μεν τοὺς πολλοὺς κόπους τοῦ κηρύγματος. ΟΝΕΙΔΙΖΟΜΕΘΑ. ( Μὲ διάφορον γραφήν ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΘΑ ). Περι

(1) Εὐριπίδ. τόμ. ΙΙ, σελ. 432. Musgrav. — (2) Α', Προς Τιμόθ. α', 15, σελ. 88. — (3) ROSEN MULLER, Schol. in Nov. Testament. tom. V, pag. 44.

παιζόμεθα ὡς μωροί, καὶ μωρᾶς διδασκαλίας κήρυκες ἀπὸ τοὺς ἀπίσους, ὡς εἶπεν ἀλλοῦ « Ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν » ἐςαυρωμένον, Ιουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ελλησι δὲ μω» ρίαν » (1). — ΘΕῇ ΖΩ͂ΝΤΙ. Ζῶντα ὀνομάζει τὸν ἀληθι νὸν τῶν πισῶν θεὸν εἰς διάκρισιν τῶν ἀπὸ τὰ ἔθνη πιςευομένων Θεῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν ἦσαν πλὴν εἴδωλα νεκρά, κατασκευασμένα ἀπὸ ἀνθρώπους, ὡς ἔλεγεν ὁ Δαυΐδ, « Τὰ εἴδωλα τῶν ἐθνῶν » ἀργύριον καὶ χρυσίον, ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων· ςόμα ἔχουσι, » καὶ οὐ λαλήσουσιν, ὀφθαλμοὺς ἔχουσι, καὶ οὐκ ὄψονται, » ὦτα ἔχουσι, καὶ οὐκ ἐνωτισθήσονται » (2). Καί σημείωσε, ὅτι τοῦτο μάλιςα τὸ δαυϊτικὸν εἶχεν ὁ Απόςολος εἰς τὸν νοῦν, διότι οἱ Εβραῖοι ἔδιδαν τὸ ἐπίθετον (Ζῶν) ἐξαιρέτως εἰς τὸν Θεόν· ὡς καὶ αὐτὸς ὁ Θεὸς τὸ μεταχειρίζεται ὡς ὁρκωτικὸν « Αλλὰ ζῶ ἐγὼ, καὶ ἀεὶ ζῶν τὸ ὄνομά μου, κ. τ. λ. » (3). Καὶ εἰς αὐτὸν συνήθως ὤμνυαν, ὁσάκις ἤθελαν νὰ πιςώσωσι τίποτε, « Καὶ ὤμοσε Σαούλ, λέγων, Ζῆ Κύριος! εἰ ἀπο» θανεῖται » (4), ὡς ὀμνύοντες σήμερον, λέγομεν, Μὰ τὸν Θεόν! δὲν θέλει ἀποθάνειν, καὶ ὡς ὤμνυαν οἱ παλαιοὶ Μὰ τὸν Δία! Μὰ τὸν Απόλλω! ή Ισορες Θεοί τούτων! (5) καὶ κατὰ τοὺς Βοιωτούς, ἴττω Ζεύς! ἀντὶ τοῦ ἴσω (6). — ΜΑΛΙΣΤΑ ΠΙΣΤΩ͂Ν. Τοὺς χρισιανοὺς ὀνομάζει πιςοὺς (fidèles). Όλους (λέγει) θέλει νὰ τοὺς σώσῃ ὁ Θεὸς, ἀλλ ̓ ἐξαιρέτως τοὺς πιςεύσαντας εἰς αὐτόν.

12. ΜΗΔΕΙΣ.... ΚΑΤΑΦΡΟΝΕΙΤΩ. Ό,τι παραγγέλλει

(5) ἴδε τὰς εἰς τὸν

(1) Α', Πρὸς Κορινθ. α', 23. = (2) Ψαλμ. ρλέ, 15. =(3) Αριθμ. ιδ', 21. = - (4) Α', Βασιλ. ι', 6. Λυκοῦργ. Κατά Λεωκράτ. σημειώσ. σελ. 63.

— (6) Πλάτων,

Φαίδ. σελ. 62.

[ocr errors]

καὶ τὸν Τίτον, « Μηδείς σου περιφρονείτω » (1). Αλλ' ἐδῶ προσθέτει τὸ « Νεότητος » διότι ὁ Τιμόθεος εἶχε χειροτονηθῆν ἐπίσκοπος, νεώτερος παρὰ τὸ σύνηθες, διὰ τὴν πολλήν του ἀρετήν. Καὶ διὰ νὰ τὸν φυλάξῃ ἀπὸ τὴν καταφρόνησιν ταύτην, προσθέτει ἀμέσως τὸ — ΤΥΠΟΣ ΓΙΝΟΥ. Τύπος, παράδειγμα (modèle), τὸ ὁποῖον ἐξηγῶν ὁ Θεοδώρητος, λέγει, Εμψυχος νόμος γενοῦ· δεῖξον ἐν σαυτῷ τὸ τῶν νόμων κατ όρθωμα· ἔχε τὸν βίον μαρτυροῦντα τῷ λόγῳ » (2). Το αὐτὸ παραγγέλλει καὶ εἰς τὸν Τίτον « Σεαυτὸν παρεχόμενος » τύπον (3)», καὶ τὸ ἐμαρτύρησεν ὁ Απόςολος περὶ ἑαυτοῦ « ἵνα ἑαυτοὺς τύπον δῶμεν ὑμῖν εἰς τὸ μιμεῖσθαι ἡμᾶς » (4). Διότι : τί ὠφελεῖ τὸν λαϊκὸν τοῦ ἐπισκόπου ή πρεσβυτέρου ἡ διδαχὴ, ἐὰν οὗτος πρῶτος παραβαίνῃ ὅσα διδάσκει. Πρὸς τοὺς τοιούτους διδασκάλους λέγει ἀλλοῦ μὲ δημοσθενικὴν δεινότητα,

Ο οὖν διδάσκων ἕτερον, σεαυτὸν οὐ διδάσκεις; ὁ κηρύσσων » μὴ κλέπτειν, κλέπτεις; ὁ λέγων μὴ μοιχεύειν, μοιχεύεις; ὁ βδελυσσόμενος τὰ εἴδωλα, ἱεροσυλεῖς; ὃς ἐν νόμῳ καυχάσαι, » διὰ τῆς παραβάσεως τοῦ νόμου τὸν Θεὸν ἀτιμάζεις; » (5). - ΑΝΑΣΤΡΟΦΗ. Εξηγήθη ἀνωτέρω (6) ἡ λέξις. — EN ΠΙΣΤΕΙ. Πίσις ἐδῶ δύναται νὰ σημάνῃ τὴν ἀλλοτριότητα ἀπὸ πᾶσαν ἀπάτην, τὴν κοινῶς λεγομένην Εμπιςοσύνην (fidelité), χρήσιμον μάλιςα εἰς τὰ πρὸς ἀλλήλους συναλλάγματα τῶν ἀνθρώπων. Εμπορεῖ ὅμως νὰ νοηθῇ καὶ περὶ τῆς χρισιανικῆς πίςεως (ὡς ἀνωτέρω εἰς τὸ πρῶτον ἐδάφιον τοῦ παρόντος κει φαλαίου), ἤγουν νὰ γίνεσαι εἰς τοὺς διδασκομένους παράδειγμα

(1) Προς Τίτ. β', 15. — (2) ίδε SUICER. Thesaur. ecclesiast. tom. II, pag. 1341. (3) Προς Τίτ. β', 7. (4) Β', Προς Θεσσαλ. γ', 9. (5) Προς Ρωμ. β', 21-23. — (6) Α', Προς Τιμόθ. γ', 15, σελ. 13 1.

καὶ κατὰ τὴν πίσιν (foi), δείχνων εἰς αὐτοὺς, ὅτι εἶσαι πληρο φορημένος περὶ αὐτῆς. Τὴν πίσιν ταύτην σπουδάζοντες νὰ δείξωσιν οἱ ἀπαίδευτοι, καὶ Γραικοὶ καὶ ἀλλογενεῖς, ὁρκίζονται πολλάκις εἰς αὐτήν, Μὰ τὴν πίςιν μου (par ma foi λέγοντες. ΕΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙ. Τὸ αὐτὸ καὶ τὸ λεγόμενον ἀλλοῦ, « ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ, καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου, καὶ ἐν

ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου » (1). — ΕΝ ΑΓΝΕΙΑ. Αγνείαν λέγει τὴν σωφροσύνην, ὡς τὸ ἐξηγεῖ ὁ Χρυσόσομος (2). Σημαίνει και ρίως Καθαρότητα, καὶ ἔχει τὰ αὐτὰ γενέθλια καὶ τὸ συνώνυμον αὐτοῦ Ἁγιότης. Κατωτέρω (3) προσθέτει καὶ τὸ Πάσῃ, διὰ νὰ δείξῃ ὅτι δὲν ἀρκεῖ μόνη ἡ σωματικὴ καθαρότης, ἂν δὲν χαλι νώσῃ τις καὶ τὴν ἐπιθυμίαν τῆς μὴ συγχωρημένης μίξεως, κατὰ τὸ ἀλλοῦ παραγγελλόμενον « Καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ πάν » τὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην » ἐν φόβῳ Θεοῦ » (4). Καὶ τοῦτο συμβαίνει πολλάκις καὶ εἰς ὅλα τὰ λοιπὰ ἁμαρτήματα, νὰ ἀπατώμεθα νομίζοντες ἑαυτοὺς αθώους τοῦ κακοῦ, διὰ τοῦτο μόνον ὅτι δὲν τὸ ἐπράξαμεν, ἐνῷ βασανιζόμεθα ἀκαταπαύςως ἀπὸ τῆς πράξεως τὴν ἐπιθυμίαν, τὴν ὁποίαν ἀρκεῖ ἡ παραμικρὰ ἀφορμὴ νὰ φέρῃ εἰς ἔργον. Περὶ τῶν τοιούτων ἐλέχθη, καὶ λέγεται δικαίως τὸ

Χεῖρες μὲν ἁγναὶ, φρὴν δ ̓ ἔχει μίασμά τι (5).

13. ΕΩΣ ΕΡΧΟΜΑΙ. Εσημειώθη ἀλλοῦ (6), ὅτι τοῦ Ερχομαι, ὡς καὶ τοῦ συνωνύμου Εἶμι, ὁ ἐνεςὼς λαμβάνεται πολλάκις ἀντὶ τοῦ μέλλοντος Ελεύσομαι. Εδώ ἰσοδυ ναμεῖ μὲ τὸν ὑποτακτικὸν ἀόρισον, Εως ἔλθω ἡ ἕως ἂν ἔλθω, ἢ ὡς λέγομεν κοινῶς Εως νὰ ἔλθω, ἐκφράζοντες τὸν

(1) Ματθ. κβ', 37 37= (2) SUICER. Thesaur. ecclesiast. tom. I, pag. 65. = (3) Δ', Προς Τιμόθ. έ, 2, σελ. 168. (4) Β', Προς Κορινθ. ζ', 1. = (5) Εὐριπίδ.Ιππολ. 317. — (6) ἶδε τὰς εἰς τὸν Λυκοῦργον Κατὰ Λεωκράτ. σημειώσ. σελ. 83-84.

Αν διὰ τοῦ Νά (1). — ΑΝΑΓΝΩΣΕΙ. Ανάγνωσιν ἐδῶ νοεῖ τοῦ Νόμου καὶ τῶν Προφητῶν, διότι δὲν ἦσαν ἀκόμη τότε βιβλία τῆς Νέας Διαθήκης. — ΠΑΡΑΚΛΗΣΕΙ. Παράκλησιν λέγει, τὴν εἰς τὰ καλὰ παρακίνησιν καὶ προτροπήν, ἥτις ἐγίνετο εἰς τὸν λαὸν, μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν. « Παράκλησις (λέγει ὁ ̓Αρ

ποκρατίων), προτροπή.... τίθεται μέντοι σπανίως καὶ ἀντὶ » τῆς δεήσεως ». ὁ Θεοδώρητος τὸ ἐξηγεῖ « Παράκλησιν, » τοὺς ἀθυμοῦντας ψυχαγωγεῖν » μ' ὅλον ὅτι εἰς τὴν Πρὸς Ρωμαίους ἐπιτολὴν τοῦ Παύλου τὸ ἑρμηνεύει « Τὴν ἐπὶ τὴν » ἀρετὴν προτροπήν » (2). Εἰς τὴν Νέαν Διαθήκην σημαίνει καὶ τὰ δύο· προκρίνω ὅμως ἐδῶ τὴν ἐξήγησιν, Προτροπήν, τὴν κοινῶς λεγομένην Παρακίνησιν. ἔχει ἀκόμη καὶ τρίτην σημασίαν, Δέησις, ὡς εἶναι τὸ « Μετὰ πολλῆς παρακλήσεως » δεόμενοι ἡμῶν » (3). Τοῦτο ἑρμηνεύοντες εἰς τὴν κοινὴν γλῶσσαν λέγομεν Παρακάλεσις· τὸ δὲ Παράκλησις της μαίνει εἰς ἡμᾶς μόνην θρησκικὴν δέησιν, τὴν πρὸς τὸν Θεόν ὅθεν καὶ ἡ Παρακλητική, βιβλίον περιέχον παρακλητικούς ὕμνους ή κανόνας. — ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ. Δὲν ἔχει χρείαν ἐξηγήσεως ἡ γνωςὴ εἰς ὅλους λέξις. Εἰς τὴν ἀρχαίαν ἐκκλησίαν ἡ Διδασκαλία ἐσήμαινε τὴν ἐξήγησιν τῶν γραφῶν, καὶ ὁ διδάσκων αὐτὰς εἶχεν ἐπάγγελμα ἰδιαίτερον τοῦ Διδασκάλου. Εἰς τῶν Γραικορωμαίων τοὺς χρόνους ἔπειτα ἔγινεν ἐκκλησιαςικὸν ἀξίωμα μερισμένον εἰς τρεῖς διδασκάλους, τὸν Διδάσκαλον τοῦ Εὐαγγελίου, τὸν Διδάσκαλον τοῦ Αποςόλου, καὶ τὸν Διδά σκαλον τοῦ Ψαλτηρίου (4).

(3)

(1) ίδε Ατακτ. Ι, σελ. 225, καὶ ΙΙ, σελ. 256-257. (2) δ. SUICER. Thesaur. ecclesiast. tom. II, pag. 581. Β', Πρὸς Κορινθ. ή, 4. = (4) 18. Ducang. Glossar. med. et infim. Græcit. tom. I, pag. 305-306., καὶ I, Meurs. Glossar. Græcobarbar. pag. 126.

« ΠροηγούμενηΣυνέχεια »