Εικόνες σελίδας
PDF
Ηλεκτρ. έκδοση

"

ἐλπιζῷ ὅτι ἡ ὑπόκρισις ἔχει νὰ κρύψῃ μέχρι τέλους τὴν ἀλήθειαν. --ΕΚΔΗΛΟΣ. Δῆλος, φανερὸς, καὶ μὲ τὴν πρόθεσιν ἐπισ τατικῶς, Εκδηλος, Αδιςάκτως φανερός. Η μωρία των (λέγει) θέλει φανερωθῆν τόσον, ὥςε νὰ μὴ διςάζῃ πλέον κἀνεῖς περὶ αὐτῆς. Τόση εἶναι τῆς ἀληθείας ἡ δύναμις· καὶ τὸ κάλλος της ὑπερβαίνει καὶ αὐτὰ τὰ κάλλιςα, ὡς ἔλεγεν ὁ Φιλήμων,

Οὐκ ἔσιν οὔτε ζωγράφος, μὰ τοὺς θεούς,
Οὔτ ̓ ἀνδριαντοποιὸς, ὅςις ἂν πλάσαι
Κάλλος τοιοῦτον, οἷον ἡ ̓λήθει ἔχει (1).

ΕΚΕΙΝΩΝ. Τοῦ ἰαννῆ καὶ τοῦ ἰαμβρῆ,

10. ΠΑΡΗΚΟΛΟΥΘΗΚΑΣ κ. τ. λ. Ως ἔλεγε καὶ εἰς τὴν προτέραν ἐπιτολήν (2). — ΑΓΩΓΗ. « Τῇ διὰ τῶν ἔργων » πολιτεία» ὡς τὸ ἐξηγεῖ ὁ Θεοδώρητος (3). Τὸ αὐτὸ σημαίνομεν εἰς τὴν κοινὴν γλῶσσαν μὲ τὸ σύνθετον Διαγωγή (conduite). ΠΡΟΘΕΣΕΙ. Τὴν βουλήν, την γνώμην, τὸν σκοπόν μου (4). — ΠΙΣΤΕΙ. Εξηγήθη (5). — ΤΗ ΜΑΚΡΟΘΥΜΙΑ, ΤΗ ΑΓΑΠΗ, ΤΗ ΥΠΟΜΟΝΗ. Τέσσαρας ὁμοίως ἀρετὰς ἀπαρίθμησε μετὰ τὴν Εὐσέβειαν, καὶ εἰς τὴν προτέραν ἐπιςολήν, « Πίσιν, ἀγάπην, ὑπομονὴν καὶ πραότητα » (6)· Εδῶ εἰς τόπον τῆς Πραότητος ἔθηκεν ἰσοδύναμον ἀρετὴν, τὴν Μακροθυμίαν. Της Αγάπης θυγατέρες εἶναι καὶ αἱ δύο, ὡς καὶ αἱ λοιπαί (7). Αλλοῦ τὰς ἑνόνει καὶ τὰς δύο « Μακρο» Θυμία... πραότης » (8)., ὅπου ὁ Θεοφύλακτος τὰς ὁρίζει

αι

σελ. 153.

(1) Φιλήμον. λειψαν. σελ. 326. — (2) Α', Προς Τιμόθ. δ', 6, (3) Ιδ. SUICER. Thesaur. ecclesiast. tom. I, (4) Ιδ. ανωτέρ. σελ. 244. — (5) Ιδ. αυτός. (6) Α', Προς Τιμόθ. ς', 1.1. σελ. 219-220. εγ, 4-7. — (8) Προς Γαλάτ. ἐ, 22.

pag. 72. σελ. 180.

(γ) Α', Πρὸς Κορινθ.

17,

οὕτως· « Μακροθυμία πραότητος ἐν τούτῳ δοκεῖ παρὰ τῇ » Γραφῇ διαφέρειν, τῷ τὸν μὲν μακρόθυμον, πολὺν ὄντα ἐν » φρονήσει, μὴ ὀξέως, ἀλλὰ σχολῇ ἐπιτιθέναι τὴν προσήκουσαν » δίκην τῷ πταίοντι· τὸν δὲ πρᾷον ἀφιέναι παντάπασι » (1). Δὲν ἐνθυμοῦμαι πόθεν ἔλαβαν οἱ Λεξικογράφοι τὸ « Μακροθυ» μία, πέψις λύπης » (2). Ο ὁρισμὸς εἶναι εὐφυής. Ο μα κρόθυμος ὁμοιάζει τὸν καλοςόμαχον, ὅςις χωνεύει χωρίς δυσκολίαν τὰ φαγητά· ὡς ἐξεναντίας ὁ Οξύθυμος, ήγουν ὁ πάραυτα κινούμενος εἰς ἐκδίκησιν κατὰ τῶν λυπούντων, ἀνα· λογεῖ μὲ τὸν ἔχοντα ςομάχιον τόσον ἀσθενές, ὥς ̓ ἐξερᾷ ὅ,τι φάγῃ. Μαρτυρεῖται ἡ παραβολὴ καὶ ἀπὸ τῆς κοινῆς γλώσσης τὸ Χωνεύω, σημαῖνον πολλάκις μεταφορικῶς τὸ Μακροθυμῶ, ὑπο· μένω, οἷον Δὲν ἐμπορῶ νὰ χωνεύσω τὰς ὕβρεις του. 11. ΠΑΘΗΜΑΣΙ. « Παθήματα, συμφοραί » λέγει ὁ ΗσύΑΝΤΙΟΧΕΙΑ... ΙΚΟΝΙΩ ΛΥΣΤΡΟΙΣ. Εύα ρίσκεις τούτων τὴν ἱςορίαν εἰς τὰς Πράξεις τῶν Αποςόλων (3). Στέφανος ὁ Βυζάντιος ἀριθμεῖ δεκατρεῖς πόλεις ὀνομαζομένας Αντιόχεια, δεκατέσσαρας ὁ Εὐςάθιος (4), καὶ πλειοτέρας ἄλλοι (5). Τοῦ παρόντος ἐδαφίου ἡ πόλις ὀνομάζεται, εἰς διάκρισιν τῶν ἄλλων, Αντιόχεια τῆς Πισιδίας (6). Τὸ Ικόνιον (σήμερον Κόνια), ἐλογίζετο καὶ αὕτη, εἰς τοὺς χρόνους κἂν των Αποςόλων, πόλις τῆς Πισιδίας. Τὰ Λύτρα (οὐδετερ. καί πληθ.) ὡς τὰ ὀνομάζει ἐδῶ, εἶναι πόλις τῆς Λυκαονίας. Ο Λουκᾶς (7) τὴν ὠνόμασε καὶ θηλυκῶς Λύραν.

χιος.

I 2.

[ocr errors]
[ocr errors]

ις,

(1) SUICER. Thesaur. ecclesiast. tom. II, pag. 293. (2) Ζωναρ. Λεξικ. σελ. 1330. — (3) Πράξ. ιδ', 6, 8, 21, 45', - (4) Στέφ. Βυζ. λέξ. Αντιόχεια, καὶ Εὐςάθ. Υπομν. εἰς Διονύσ. Περιηγ. 920. = (5) ORTEL. Thesaur. Geograph. V. Antiochia. (6) Πράξ. ιγ', 14. Ιδ. καὶ Στράβων. Γεωγραφ. ΧΙΙ, σελ. 557, 569, 577. = (7) Πράξ. ιδ', 6, 8 και 21.

12. ΠΑΝΤΕΣ κ. τ. λ. Προσυπακούεται ἐδῶ τὸ Οὐ μόν νον ἐγὼ, ἤγουν, Καὶ οἱ διωγμοὶ δὲν παύουν εἰς ἐμέ· ἀλλὰ καὶ ὅλοι, ὅσοι θέλουν νὰ ζήσωσιν εὐσεβῶς, μέλλουν νὰ διω· χθῶσιν, ὡς ἐγώ.

13. ΠΟΝΗΡΟΙ. Συνώνυμον ἔχει τὸ Μοχθηροί, ἐπίθετα καὶ τὰ δύο τῶν κακῶν ἀνθρώπων, τὰ ὁποῖα ἐξηγήθησαν πρότε ρον (1). Πονῶν καὶ μοχθῶν ψυχικῶς ὁ κακὸς ἄνθρωπος, πράσσει δηλαδὴ ὅλον τὸ ἐναντίον τοῦ σκοποῦ του· κακοδαιμονεῖ, διὰ νὰ ἀποκτήσῃ εὐδαιμονίαν, καὶ κακοπάσχει, μὲ ἐλπίδα νὰ καλοπαθήσῃ. Τὸ παρετήρησεν ὁ Χρυσόσομος, « Πονηρία εἴρηται ἐκ τοῦ » πόνον ἐπάγειν καὶ μόχθον αὐτῷ τῷ κεκτημένῳ » (2). Μοχθεῖ, κακοπαθεῖ » λέγει ὁ Ησύχιος, καὶ « Μοχθηρία

[ocr errors]
[ocr errors]

(γρ. Μοχθηρά), ἐπίπονος, κακοδαίμων ». Παράβαλε καὶ τὰ πρότερον (3) σημειωθέντα ἀπὸ τὸν Αριςοτέλην περὶ τῶν πονηρῶν καὶ μοχθηρῶν ἀνθρώπων.— ΓΟΗΤΕΣ. Γόητα ὠνόμαζαν οἱ Αττικοὶ τὸν ἀπὸ τοὺς λοιποὺς Ἕλληνας ὀνομαζόμενον Μά γον (4). Εἰς ὅλα τὰ ἔθνη ἐγεννήθησαν καταρχὰς ἄνθρωποι ἐπαγγελλόμενοι συναναςροφὴν ἐξαίρετον καὶ οἰκειότητα μὲ τοὺς τότε πιςευομένους θεοὺς ἢ δαίμονας, ὥςε καὶ νὰ προσκαλῶσι τὴν βοήθειαν ἢ τὴν ὀργὴν αὐτῶν εἰς τοὺς ἀνθρώπους, νὰ ἀνεγείρωσι νεκροὺς ἀπὸ τὰ μνήματα, νὰ ἰατρεύωσιν ἀῤῥώσους, ἢ ν' ἀῤῥωςίζωσι τοὺς ὑγιεῖς, μὲ περιάμματα, φυλακτήρια, ἐπῳδας, θαυματουργίας, καὶ ἄλλας τοιαύτας πράξεις ἀπατηλάς· καὶ οἱ τοιοῦτοι ὠνομάσθησαν κυρίως Γόητες (sorciers, enchanteurs), ὅθεν τὸ ῥῆμα Γοητεύω τὸ κοινῶς λεγόμενον, κατά συγκοπὴν ἡ συναίρεσιν, Γητεύω, καὶ τὸ ἐκ τούτου ὄνομα

(1) Ανωτέρ. σελ. 230. — (2) SUICER Thesaur. ecclesiast. tom. II, pag. 807.= (3) Ανωτέρ. σελ. 158. (4) ίδε BEKKER, Anecd. græc. pag. 31.

[ocr errors]
[ocr errors]

Γοητεία, ἡ κοινῶς Γητεία. « Γοητεία, φαρμακεία καὶ μαγεία, ἡ δι' ἐπικλήσεως ἀνάγουσα τὸν νεκρόν. Εἴρηται δὲ » ἀπὸ τῶν γόων καὶ θρήνων, τῶν περὶ τοὺς τάφους γινο» μένων » (1). Λέγει καὶ ὁ Γρηγόριος Νύσσης, « Γόητές » εἰσιν, οἳ καὶ ἐπαοιδοὶ καλοῦνται, οἱ διά τινων μαγικῶν ἐπῳδῶν, ἡ θηρία καταδεσμοῦντες, ἢ πρὸς βλάβην ἀνθρώπων, » ἢ πρὸς ὠφέλειαν τῷ δοκεῖν ποιοῦντές τινα » (2). Τοιαῦται θαυματουργίαι δὲν ἦσαν πλὴν ὀφθαλμοπλανίαι (illusions). Σημαίνει μεταφορικῶς ὁ Γόης καὶ τὸν πλανῶντα μὲ ὁποιουσδήποτε ἄλλους τρόπους ή μέσα, « Γόης, ψεύσης, ἀπατεών, » παραλογικής » (3). Οἱ κατ' ἐπαγγελίαν καὶ κυρίως λεγό μενοι Γόητες ή Μάγοι δὲν εὑρίσκονται σήμερον πλὴν εἰς τὰ βάρβαρα ἔθνη, ἡ εἰς ἔθνη, τὰ ὁποῖα ἡ παιδεία δὲν ἴσχυσεν ἀκόμη νὰ καθαρίσῃ ἀπὸ τὴν λέπραν τῆς παλαιᾶς βαρβαρότητος. Τῶν σοφῶν Παρισίων ἡ πόλις ἕως περὶ τὰς ἀρχὰς τῆς δεκάτης ὀγδόης ἑκατονταετηρίδος ἔγεμεν ἀπὸ μάγους και γόητας (4).

ΠΡΟΚΟΨΟΥΣΙΝ ΕΠΙ ΤΟ ΧΕΙ͂ΡΟΝ. ὅσον αὐξάνει καὶ προκόπτει ἡ μωρία τοῦ λαοῦ, τόσον προκόπτει καὶ ἡ πανουργία τῶν γοήτων εἰς τὸ θαυματουργικώτερον. ὅσον ἐξεναντίας φωτίζεται ὁ λαὸς, τόσον ἀνακαλύπτεται, καὶ τελευταῖον ἀφανί ζεται ἡ πανουργία τῶν γοήτων· καὶ τοῦτο ἐσήμαινεν ἀρχήτερα λέγων, « Οὐ προκόψουσιν ἐπὶ πλεῖον » : Διὰ τί; Διότι μέλλει νὰ γνωρισθῇ ἡ ἀπάτη των. « Η γὰρ ἄνοια αὐτῶν ἔκδηλος ἔςαι » πᾶσιν » (5). ΠΛΑΝΩΝΤΕΣ. Ζητοῦντες νὰ ἀπατήσωσι, Μεταφορικῶς ἀπὸ τὸν ὅςις πλανᾷ καὶ παροδηγεῖ τινὰ ἀπὸ τὴν

(1) Ζωναρ. Λεξικ. σελ. 448. siast. tom. I, pag. 776.

: (2) SUICER. Thesaur. eccle(3) Ετυμολογικ. σελ. 238. (4)

δε Ι. Α. DULAURE, Histoir. civ. physic. et moral. de Paris, tom. VII, pag. 280-287, 3 édit. — (5) ἶδ. ἀνωτέρ. σελ. 302.

>>

ἀληθῆ καὶ εὐθεῖαν ὁδόν. Εἶναι οἱ αὐτοὶ καὶ τοὺς ὁποίους εἰς τὴν προτέραν ἐπιςολὴν ὠνόμασε Πνεύματα πλάνα (1). ΠΛΑΝΩΜΕΝΟΙ. ὄχι ἀπὸ πλανῶντας ἄλλους ἀπατημένοι, ἐπειδὴ ὠνομάσθησαν Πονηροί και γόητες, ἀλλ' αὐτοὶ ἀφ ̓ ἑαυτῶν πλανώμενοι, ἤγουν περιφερόμενοι ἐδῶ κ' ἐκεῖ· « Περιφέρεται, πλανᾶται » λέγει ὁ Ησύχιος. ὁ δὲ Σουΐδας, « Πλα» νῆται οἱ τῇδε κἀκεῖσε περινοςοῦντες » κατὰ κυρίαν σημα σίαν, ὡς εἶπεν ὁ Χρισὸς περὶ τῶν Φαρισαίων « Περιάγετε τὴν » θάλασσαν καὶ τὴν ξηράν, ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον » (2), καὶ ὁ Λουκᾶς περὶ ἄλλων γοήτων « Απὸ τῶν ΠΕΡΙΕΡΧΟ» ΜΕΝΩΝ Ιουδαίων ἐξορκισῶν » (3). Τὸ Περιέρχομαι ση μαίνει μεταφορικῶς καὶ τὸ ἀπατῶ, ὡς καὶ τῶν Ρωμαίων τὸ ταυτόσημον Circumvenio (circonvenir ). Μάρτυς ὁ Αριςοφάνης,

Σκέψασθε δ' ἔμ', εἰ σοφῶς

Αὐτοὺς ΠΕΡΙΕΡΧΟΜΑΙ,

τὸ ὁποῖον ὁ σχολιαςὴς ἐξηγεῖ « Ενεδρεύω, ἐξαπατῶ, ἡ σοφί» ζομαι καὶ ὑπέρχομαι » (4).

1.1. ΕΜΑΘΕΣ. Εδιδάχθης ἀπ ̓ ἐμὲ « Α ἤκουσας παρ' » ἐμοῦ » ὡς εἶπε πρότερον (5). — ΕΠΙΣΤΩΘΗΣ. Εββαιώθης τὴν ἀλήθειαν αὐτῶν, ὡς τὸ ἐξήγησεν ὁ Θεοφύλακτος Επισώθης, τουτέσι μετὰ πληροφορίας ἔμαθες » ἢ ὡς ὁ Θεοδώρητος, « Την διδασκαλίαν, ἧς τὴν ἀλήθειαν τῇ πείρα » μεμάθηκας » (6). Λέγει καὶ ὁ Ησύχιος «Επισώθη, ἐπείσθη,

[ocr errors]

(1) Α', Προς Τιμόθ. δ', 1, σελ. 134. (2) Ματθ. κγ', 15. — (3) Πράξ. ιθ', 13. = (4) Αριςοφάν. Ιππ. 1142. = (5) Β', Προς Τιμόθ. β', 2.— (6) SUICER. Thesaur. ecclesiast. tom. II, pag. 744.

[ocr errors]
« ΠροηγούμενηΣυνέχεια »